Η γερμανική εισβολή στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου 1939 αποτέλεσε την απαρχή του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, την πρώτη στρατιωτική επιχείρηση του πολέμου και χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη ταχύτητα με την οποία εκτυλίχθηκε. Η εισβολή ολοκληρώθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου, μετά την επίθεση και της Σοβιετικής Ένωσης. Οι δύο χώρες είχαν προετοιμάσει και προγραμματίσει την εισβολή λίγες μέρες πριν, κατά την υπογραφή του Συμφώνου Μολότωφ-Ρίμπεντροπ, το οποίο προέβλεπε τη διαμοίραση των εδαφών της Πολωνίας μετά από την κατάληψή της από αυτές. Για τους Γερμανούς, η Πολωνία, σύμφωνα με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών είχε στην κατοχή της περιοχές, στις οποίες διέμεναν γερμανικής εθνικότητας κάτοικοι και τις οποίες οι Γερμανοί τις θεωρούσαν δικές τους όπως η Ανατολική Πρωσία και η Άνω Σιλεσία. Οι Γερμανοί επίσης από το 1937 διεκδικούσαν το Danzig καθώς και τον "Διάδρομο" (Corridor), μια περιοχή που ένωνε την Ανατολική Πρωσία και το Danzig με τη Γερμανία και ανήκε στην Πολωνία.
Το οχυρό Εμπέν-Εμαέλ (Fort Eben-Emael) ήταν ένα ισχυρά προστατευμένο βελγικό φρούριο, το οποίο βρισκόταν στα βελγο-ολλανδικά σύνορα, ανάμεσα στις πόλεις της Λιέγης και του Μάαστριχτ. Το φρούριο αυτό, είχε κατασκευαστεί ειδικά για να υπερασπιστεί τα σύνορα του Βελγίου από μελλοντική γερμανική επίθεση. Το Εμπέν-Εμαέλ, είχε τη φήμη του ισχυρότερου φρουρίου του κόσμου, το οποίο θεωρούνταν "απόρθητο" αλλά και ικανό να αποκρούσει οποιαδήποτε επίθεση. Ωστόσο, στην αρχή του Β' παγκοσμίου πολέμου όταν οι Γερμανοί επιτέθηκαν κατά του Βελγίου, κατάφεραν με τη βοήθεια 78 μόλις Γερμανών καταδρομέων οι οποίοι προσγειώθηκαν μέσα στο φρούριο με ανεμόπτερα, να το καταλάβουν. Ήταν ένα από τα πιο αξιοθαύμαστα πολεμικά επιτεύγματα της γερμανικής πολεμικής μηχανής, που φυσικά χρησιμοποιήθηκε εκτενώς από την γερμανική προπαγάνδα.
Η μάχη της Γαλλίας, που αποτελεί ένα από τα κυριότερα γεγονότα του Β΄ παγκοσμίου πολέμου στο δυτικό μέτωπο, έγινε από τις 10 Μαΐου ως τις 14 Ιουνίου του 1940, αλλά η πραγματική μάχη, ουσιαστικά είχε λήξει με νίκη των Γερμανών από τις 15 Μαΐου του 1940, μετά τη διάσπαση του γαλλικού αμυντικού συστήματος, κατά την οποία και δημιουργήθηκε θύλακας 160 χλμ. μεταξύ Ναμύρ και Σεντάν. Οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν και εδώ, όπως και στην Πολωνία την τακτική του κεραυνοβόλου πολέμου (Blitzkrieg), με ταυτόχρονη επίθεση από τις μηχανοκίνητες μεραρχίες και σφοδρούς βομβαρδισμούς από τη γερμανική αεροπορία.
Ο όρος Μάχη του Ατλαντικού αναφέρεται στο σύνολο των πολεμικών επιχειρήσεων που έλαβαν χώρα στον Ατλαντικό ωκεανό κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και που διήρκεσαν από το 1939 μέχρι τη στρατιωτική κατάρρευση της Ναζιστικής Γερμανίας το 1945, θεωρούμενη έτσι ως η μακροβιότερη μάχη του πολέμου. Βέβαια μπορεί στο χώρο αυτό να μη συνέβησαν μεγάλες ναυμαχίες ή αεροναυμαχίες όπως αντίθετα δόθηκαν την ίδια περίοδο στον Ειρηνικό ωκεανό, υπήρξε όμως ένα τεράστιο πεδίο κυρίως ανθυποβρυχιακών αγώνων επικυριαρχίας αλλά και επιβίωσης με τεράστιες καταστροφές.
Με τον όρο Μάχη της Αγγλίας (Battle of Britain) έγινε γνωστή η προσπάθεια της αεροπορίας της Ναζιστικής Γερμανίας (Luftwaffe) να καταβάλει τις βρετανικές αεροπορικές δυνάμεις (RAF, Royal Air Force) για να μπορέσει να πραγματοποιηθεί το σχέδιο "Θαλάσσιος Λέων" (Seel?we), που προέβλεπε την απόβαση των Γερμανικών δυνάμεων στα Βρετανικά νησιά. Ο όρος προέρχεται από ομιλία του Βρετανού Πρωθυπουργού Ουίνστων Τσώρτσιλ στην Βουλή των Κοινοτήτων στις 18 Ιουνίου 1940, στην οποία ανέφερε: "...Η Μάχη της Γαλλίας, όπως την αποκάλεσε ο Στρατηγός Βεϋγκάν, τελείωσε. Αναμένεται ότι επίκειται η έναρξη της Μάχης της Αγγλίας ."[1]
Η τραγική ιστορία του γερμανικού θωρηκτού Bίσμαρκ που είχε χαρακτηριστεί αβύθιστο.
Εβδομήντα χρόνια από το παρθενικό και συνάμα τελευταίο του ταξίδι.
Η Κρήτη αποτελούσε μια εξαιρετική βάση αεροναυτικών και θαλάσσιων συγκοινωνιών καθώς βρίσκετε στο μέσο της ανατολικής Μεσογείου. Έτσι όποιος την κατείχε μπορούσε και να ελέγξει τις συγκοινωνίες στην συγκεκριμένη περιοχή και γι΄ αυτόν τον λόγο βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Για τους Βρετανούς η Κρήτη χρησίμευε ως εφαλτήριο για αποβατικές ενέργειες στα Βαλκάνια όπως και για αεροπορικές επιδρομές εναντίων των ρουμανικών πετρελαιοπηγών. Για τους Γερμανούς η κατοχή της, εκτός του ότι θα ανύψωνε το ηθικό του Άξονα, εξασφάλιζε την ελληνική ενδοχώρα και τους θαλάσσιους δρόμους του Αιγαίου και αποτελούσε ιδανική βάση εξόρμησης για επιθετικές επιχειρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Επιπλέον, οι Γερμανοί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν χερσαία επίθεση στην Αίγυπτο και την διώρυγα του Σουέζ.
Οταν τα νέα για το Περλ Χάρμπορ στις 7 Δεκεμβρίου 1941 έφτασαν στην Ουάσιγκτον, ο υπουργός Ναυτικού, Φρανκ Νοξ, νόμισε ότι το μήνυμα έκανε λάθος σχετικά με την τοποθεσία της καταστροφής: «Πρέπει να είναι οι Φιλιππίνες!» Τέτοια ήταν η σημασία των Φιλιππίνων για τον έλεγχο του Ειρηνικού και όντως την επόμενη μέρα άρχισε η ιαπωνική επίθεση στη νησιωτική χώρα, την οποία θα υπεράσπιζαν αμερικανικές δυνάμεις. Οι ΗΠΑ έχασαν την Εκστρατεία των Φιλιππίνων. Μάλιστα, η παράδοση των αμερικανικών δυνάμεων στη χερσόνησο του Μπαταάν ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία των ΗΠΑ. Η υπεράσπιση των Φιλιππίνων δεν επιβράδυνε την ιαπωνική κατάκτηση της νοτιοανατολικής Ασίας, καθώς δεν εξετράπησαν ιαπωνικές δυνάμεις από άλλες αποστολές. Παρά την παράδοση, εκατοντάδες Αμερικανοί και Φιλιππινέζοι πήραν τα όπλα τους στα βουνά για να αντισταθούν στην κατοχή.